Τρίτη 27 Μαΐου 2014

Άμστερνταμ (Παραείναι μικρή...)



Έψαξα τις τσέπες μου. Ογδόντα ευρώ συν κάτι κέρματα. Κι ένα εισιτήριο επιστροφής για Θεσσαλονίκη. Μεγάλη αστοχασιά…τι το ήθελα το μετ’ επιστροφής από το Άμστερνταμ; Θα μπορούσε να είχα ένα κατοσταρικάκι ακόμη. Στο Άμστερνταμ το κατοστάρικο πιάνει τόπο. Είτε το ακουμπήσεις στο ροζ δρόμο για λίγα λεπτά χύμα , καθαρής ηδονής είτε το καπνίσεις στην διπλανή γειτονιά, νόμιμα αραχτός σ’ εκείνο το φιλόξενο coffee shop…μετράει πολύ.

Πως πέρασαν οκτώ μέρες εκεί… Πως πέρασαν τέσσερις μήνες από τότε που πήρα την απόφαση να έρθω... Σα χτες ήταν που έπινα τη φράπα μου απέναντι από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Τότε ήταν που χτύπησε το κινητό μου με εκείνο το τραγουδάκι των Goin’ Through που επέλεξα για ήχο κλήσης στις εταιρείες collection. ‘Με μένα ασχολείσαι…’..    Ήθελαν να με ενημερώσουν…και καλά. Οι κάρτες και τα καταναλωτικά μου ήταν στα ‘κόκκινα’ και η τράπεζα θα αναγκαζόταν σύντομα να κινηθεί κατά της περιουσίας μου...της αγάπης μου. Της Triumph Daytona του ’71, αγορασμένης σαράβαλο πριν δεκαπέντε χρόνια και σήμερα στολίδι.  Δεν είχα άλλη περιουσία, ευτυχώς. Ούτε άλλες υποχρεώσεις. Η Σύλβια άντεξε ένα μήνα μαζί μου αφού απολύθηκα. Δε χαλάστηκα που με παράτησε. Μπορεί και να το ήθελα κατά βάθος. Ούτε αυτήν κατάφερα ν’ αγαπήσω.  Χωρίς το φουσκωμένο πορτοφόλι του στελέχους πολυεθνικής τηλεπικοινωνίας,  περίσσευε μια αρρενωπή φιγούρα τριάντα εφτά  χρονών γεμάτη ιδιοτροπίες,  ακριβά βίτσια και μπόλικα χρέη.

Τέτοια σκεφτόμουν όσο κατέβαζα το υγρό κεχριμπάρι στη malt μορφή του στο μπαρ δυο κανάλια κι ένα στενό πιο πέρα. Επιμένων ελληνικά σου λένε…ε, όχι πάντα. Στο κάτω-κάτω, η χώρα που με τάισε για τόσα χρόνια είναι η ίδια που με χώρισε από τη δίτροχη αγάπη μου. Μόνο έτσι θα χωρίζαμε. Να αφήσω να μου την κατασχέσουν για πέντε φράγκα; Ευτυχώς, ο αγοραστής φαινόταν λάτρης των μηχανών και θα πρόσεχε το κορίτσι μου. Ο πλειστηριασμός ήταν ζαριά για την τύχη της και τα ζάρια ποτέ δε μου ‘κατσαν.

Το ταξίδι μου πλησίαζε στο τέλος. Αντίο, Ολλανδία. Αντίο, ζωή. Το είχα πάρει απόφαση σε μια στιγμή. Με πικρό φραπέ απέναντι από το λιμάνι και πάλι. Καλοκαίρι ήτανε. Τώρα κόντευαν Χριστούγεννα.   Έτσι έπαιρνα πάντα τις αποφάσεις, σφεντόνα, και δεν κοίταζα πίσω. Ποτέ μου δεν ένιωσα γέρος . Θεωρούσα κλισαρισμένη αηδία αυτή την ατάκα. Απλά σιχάθηκα τα πάντα. Και λάθος να ‘κανα, δε μ’ ένοιαζε.

Το μόνο που δεν είχα σκεφτεί ακόμα ήταν ο τρόπος που θα έδινα το οριστικό τέλος. Μου πέρασε από το μυαλό το πρότυπο του Νίκολας Κέιτζ στο Leaving Las Vegas, αλλά το απέρριψα σχετικά εύκολα. Πάντα μου άρεσαν οι βαρβάτες καταχρήσεις, όμως αυτή τη φορά ήθελα να αποφύγω τις διαλείψεις. Ήθελα να θυμάμαι κάθε στιγμή που απέμενε πριν την αυλαία. Αλκοόλ, χασίσια και πόρνες. Τις τελευταίες τις εκτιμούσα . Τίμιες εργαζόμενες που δούλευαν ,δεν σε ‘δούλευαν’. Για μένα δεν ήταν πουτάνες. Κρατούσα το χαρακτηρισμό για τις άλλες, αυτές που έψαχναν τον έναν, το χορηγό για γούστα, ασφάλεια κι ένα μέλλον για τα παιδιά τους με αντάλλαγμα την επίγεια ψυχή τους. Για την επουράνια δεν είχα διαμορφωμένη άποψη. Ο Θεός ήξερε. Μάλλον.

Έφυγα από το μπαρ στα χαμένα. Οι δρόμοι ήταν όλοι ίδιοι. Δεν ήξερα ούτε που να πάω, ούτε πως. Ήθελα να τελειώσει, μόνο αυτό. Τα κανάλια ήταν μια λύση, αλλά δεν μπορούσα να διανοηθώ την ξεφτίλα μιας αποτυχημένης απόπειρας εξαιτίας ενός φιλεύσπλαχνου Ολλανδού Σαμαρείτη. Το ρίσκο για ερασιτέχνες ναυαγοσώστες με οδήγησε καρφί προς την έξοδο της πόλης. Σίγουρα δεν θα ‘ταν δύσκολο να βρω ένα ποταμάκι και μια γέφυρα. Το ψυχρό ποτάμι θα ήταν ο τελευταίος μου φίλος. Είχα άλλον πραγματικό; Ίσως καμιά εικοσαριά χρόνια πίσω, τότε που ήμουν κι εγώ άνθρωπος.

Μετά από ώρες, το βρήκα. Πολύ περπάτημα , βρε αδερφέ. Είχα ξεχάσει πως ήταν η σωματική κόπωση και ένιωθα σα μια μικρή κάθαρση τις φλόγες στις πατούσες μου που θα ‘σβηναν στον παγωμένο παράδεισο δέκα μέτρα  κάτω μου. Δεν κοίταζα άλλο το όμορφο επίπεδο τοπίο. Το έρημο γεφύρι ήδη μ’ έδιωχνε από πάνω του.

            Αυτός ο ήχος, όμως…Ποιος μου χαλούσε την ύστατη κατάδυση; Ήχος; μπα, …μουσική ήταν. Αλλόκοσμη.  Γύρισα κι είδα το όργανο , μια Triumph 1977 T140J, Silver Jubilee, συλλεκτική. Έρωτας. Καβάλα της ένας κατάμαυρος Άγγελος της Κολάσεως, γνήσιος, με τη βούλα στο δερμάτινο τζάκετ του. Κι όμως, ήμουν σίγουρος ότι δεν είχα προλάβει να πηδήξω. Δε μπορεί το μυαλό να μου ‘παιζε τέτοια σαδιστικά παιχνίδια. Άσε που κανένα Χερουβείμ, έκπτωτο ή μη, δεν σου προσφέρει μπύρα σε μητρικά γερμανικά.

Το απροσδόκητο δε μ’ έκανε να διστάσω. Πήδηξα σβέλτα στη μέσα πλευρά της γέφυρας κι απάντησα σε άψογα γερμανικά  -διαχρονικά μαθητάρα σε όλα -στον Τεύτονα καβαλάρη ότι ευχαρίστως θα έπινα μια μπύρα μαζί του. Θα του ‘δινα και τα πενιχρά μου εξήντα ευρώ σαν ευχαριστώ κι επισφράγισμα ότι μετά θα μ’ άφηνε στην ησυχία μου. Ο περίπου συνομήλικος μου τα τσέπωσε, κέρασε τσιγάρο και μετά κι άλλο κι ένα ακόμα. Δε ρώτησε ποτέ γιατί και πως. Μόνο απολάμβανε σκεφτικός και μ’ ένα αμυδρό χαμόγελο κάτω από το γαλατικό μουστάκι του, το οποίο ήταν ουσιαστικά και η μόνη σχεδόν οπτική διαφορά ανάμεσα σε δυο κατά τ’ άλλα όμοιους σε κοψιά και φυσιογνωμία αλλοεθνείς άντρες..

Μόλις άδειασε το πακέτο του απελπιστικά αργού θανάτου, ο Γερμανός σηκώθηκε κι άρχισε να ξεντύνεται μέχρι γύμνιας. Φίλησε το ντεπόζιτο της μηχανής του, πέταξε ένα ‘η ζωή είναι πολύ μικρή από μόνη της για να την μικραίνουμε κι άλλο. Στο επανειδείν, Ντίτερ’  και με έπιασε από τους δύο ώμους. Ακολούθησε μια γερή κουτουλιά στη μύτη μου. Ημιλιπόθυμος, τον είδα να σκαρφαλώνει και να πηδά, με μια ασύλληπτη για τη μπάκα του χάρη, μέσα στο μαύρο, σαν τη νύχτα που είχε πέσει, ρεύμα. Μου πήρε κάμποσο να συνέλθω από το χτύπημα κι από το σοκ.

Το αριστερό βαλιτσάκι της Triumph μου μίλησε. Προχωρημένος μεταστατικός καρκίνος, από τους όρχεις σε όλο το σώμα. Τίτλοι ιδιοκτησίας μηχανής και σπιτιού στο Άμστερνταμ, βιβλιάριο καταθέσεων επτά ψηφίων και κωδικοί ηλεκτρονικής τραπεζικής, δίπλωμα, ταυτότητα. Ντίτερ Χένες. Αυτός ήμουν πλέον. Πέταξα την ταυτότητα μου στο νερό, φόρεσα τη στολή του λυτρωτή μου κι αποχαιρέτισα στρατιωτικά από τη σέλα της νέας μου αγαπημένης. Έχεις δίκιο, φίλε. Παραείναι μικρή.

Δευτέρα 26 Μαΐου 2014

Amsterdam (Παραείναι μικρή...)



Έψαξα τις τσέπες μου. Ογδόντα ευρώ συν κάτι κέρματα. Κι ένα εισιτήριο επιστροφής για Θεσσαλονίκη. Μεγάλη αστοχασιά…τι το ήθελα το μετ’ επιστροφής από το Άμστερνταμ; Θα μπορούσε να είχα ένα κατοσταρικάκι ακόμη. Στο Άμστερνταμ το κατοστάρικο πιάνει τόπο. Είτε το ακουμπήσεις στο ροζ δρόμο για λίγα λεπτά χύμα , καθαρής ηδονής είτε το καπνίσεις στην διπλανή γειτονιά, νόμιμα αραχτός σ’ εκείνο το φιλόξενο coffee shop…μετράει πολύ.

Πως πέρασαν οκτώ μέρες εκεί… Πως πέρασαν τέσσερις μήνες από τότε που πήρα την απόφαση να έρθω... Σα χτες ήταν που έπινα τη φράπα μου απέναντι από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Τότε ήταν που χτύπησε το κινητό μου με εκείνο το τραγουδάκι των Goin’ Through που επέλεξα για ήχο κλήσης στις εταιρείες collection. ‘Με μένα ασχολείσαι…’..    Ήθελαν να με ενημερώσουν…και καλά. Οι κάρτες και τα καταναλωτικά μου ήταν στα ‘κόκκινα’ και η τράπεζα θα αναγκαζόταν σύντομα να κινηθεί κατά της περιουσίας μου...της αγάπης μου. Της Triumph Daytona του ’71, αγορασμένης σαράβαλο πριν δεκαπέντε χρόνια και σήμερα στολίδι.  Δεν είχα άλλη περιουσία, ευτυχώς. Ούτε άλλες υποχρεώσεις. Η Σύλβια άντεξε ένα μήνα μαζί μου αφού απολύθηκα. Δε χαλάστηκα που με παράτησε. Μπορεί και να το ήθελα κατά βάθος. Ούτε αυτήν κατάφερα ν’ αγαπήσω.  Χωρίς το φουσκωμένο πορτοφόλι του στελέχους πολυεθνικής τηλεπικοινωνίας,  περίσσευε μια αρρενωπή φιγούρα τριάντα εφτά  χρονών γεμάτη ιδιοτροπίες,  ακριβά βίτσια και μπόλικα χρέη.

Τέτοια σκεφτόμουν όσο κατέβαζα το υγρό κεχριμπάρι στη malt μορφή του στο μπαρ δυο κανάλια κι ένα στενό πιο πέρα. Επιμένων ελληνικά σου λένε…ε, όχι πάντα. Στο κάτω-κάτω, η χώρα που με τάισε για τόσα χρόνια είναι η ίδια που με χώρισε από τη δίτροχη αγάπη μου. Μόνο έτσι θα χωρίζαμε. Να αφήσω να μου την κατασχέσουν για πέντε φράγκα; Ευτυχώς, ο αγοραστής φαινόταν λάτρης των μηχανών και θα πρόσεχε το κορίτσι μου. Ο πλειστηριασμός ήταν ζαριά για την τύχη της και τα ζάρια ποτέ δε μου ‘κατσαν.

Το ταξίδι μου πλησίαζε στο τέλος. Αντίο, Ολλανδία. Αντίο, ζωή. Το είχα πάρει απόφαση σε μια στιγμή. Με πικρό φραπέ απέναντι από το λιμάνι και πάλι. Καλοκαίρι ήτανε. Τώρα κόντευαν Χριστούγεννα.   Έτσι έπαιρνα πάντα τις αποφάσεις, σφεντόνα, και δεν κοίταζα πίσω. Ποτέ μου δεν ένιωσα γέρος . Θεωρούσα κλισαρισμένη αηδία αυτή την ατάκα. Απλά σιχάθηκα τα πάντα. Και λάθος να ‘κανα, δε μ’ ένοιαζε.

Το μόνο που δεν είχα σκεφτεί ακόμα ήταν ο τρόπος που θα έδινα το οριστικό τέλος. Μου πέρασε από το μυαλό το πρότυπο του Νίκολας Κέιτζ στο Leaving Las Vegas, αλλά το απέρριψα σχετικά εύκολα. Πάντα μου άρεσαν οι βαρβάτες καταχρήσεις, όμως αυτή τη φορά ήθελα να αποφύγω τις διαλείψεις. Ήθελα να θυμάμαι κάθε στιγμή που απέμενε πριν την αυλαία. Αλκοόλ, χασίσια και πόρνες. Τις τελευταίες τις εκτιμούσα . Τίμιες εργαζόμενες που δούλευαν ,δεν σε ‘δούλευαν’. Για μένα δεν ήταν πουτάνες. Κρατούσα το χαρακτηρισμό για τις άλλες, αυτές που έψαχναν τον έναν, το χορηγό για γούστα, ασφάλεια κι ένα μέλλον για τα παιδιά τους με αντάλλαγμα την επίγεια ψυχή τους. Για την επουράνια δεν είχα διαμορφωμένη άποψη. Ο Θεός ήξερε. Μάλλον.

Έφυγα από το μπαρ στα χαμένα. Οι δρόμοι ήταν όλοι ίδιοι. Δεν ήξερα ούτε που να πάω, ούτε πως. Ήθελα να τελειώσει, μόνο αυτό. Τα κανάλια ήταν μια λύση, αλλά δεν μπορούσα να διανοηθώ την ξεφτίλα μιας αποτυχημένης απόπειρας εξαιτίας ενός φιλεύσπλαχνου Ολλανδού Σαμαρείτη. Το ρίσκο για ερασιτέχνες ναυαγοσώστες με οδήγησε καρφί προς την έξοδο της πόλης. Σίγουρα δεν θα ‘ταν δύσκολο να βρω ένα ποταμάκι και μια γέφυρα. Το ψυχρό ποτάμι θα ήταν ο τελευταίος μου φίλος. Είχα άλλον πραγματικό; Ίσως καμιά εικοσαριά χρόνια πίσω, τότε που ήμουν κι εγώ άνθρωπος.

Μετά από ώρες, το βρήκα. Πολύ περπάτημα , βρε αδερφέ. Είχα ξεχάσει πως ήταν η σωματική κόπωση και ένιωθα σα μια μικρή κάθαρση τις φλόγες στις πατούσες μου που θα ‘σβηναν στον παγωμένο παράδεισο δέκα μέτρα  κάτω μου. Δεν κοίταζα άλλο το όμορφο επίπεδο τοπίο. Το έρημο γεφύρι ήδη μ’ έδιωχνε από πάνω του.

            Αυτός ο ήχος, όμως…Ποιος μου χαλούσε την ύστατη κατάδυση; Ήχος; μπα, …μουσική ήταν. Αλλόκοσμη.  Γύρισα κι είδα το όργανο , μια Triumph 1977 T140J, Silver Jubilee, συλλεκτική. Έρωτας. Καβάλα της ένας κατάμαυρος Άγγελος της Κολάσεως, γνήσιος, με τη βούλα στο δερμάτινο τζάκετ του. Κι όμως, ήμουν σίγουρος ότι δεν είχα προλάβει να πηδήξω. Δε μπορεί το μυαλό να μου ‘παιζε τέτοια σαδιστικά παιχνίδια. Άσε που κανένα Χερουβείμ, έκπτωτο ή μη, δεν σου προσφέρει μπύρα σε μητρικά γερμανικά.

Το απροσδόκητο δε μ’ έκανε να διστάσω. Πήδηξα σβέλτα στη μέσα πλευρά της γέφυρας κι απάντησα σε άψογα γερμανικά  -διαχρονικά μαθητάρα σε όλα -στον Τεύτονα καβαλάρη ότι ευχαρίστως θα έπινα μια μπύρα μαζί του. Θα του ‘δινα και τα πενιχρά μου εξήντα ευρώ σαν ευχαριστώ κι επισφράγισμα ότι μετά θα μ’ άφηνε στην ησυχία μου. Ο περίπου συνομήλικος μου τα τσέπωσε, κέρασε τσιγάρο και μετά κι άλλο κι ένα ακόμα. Δε ρώτησε ποτέ γιατί και πως. Μόνο απολάμβανε σκεφτικός και μ’ ένα αμυδρό χαμόγελο κάτω από το γαλατικό μουστάκι του, το οποίο ήταν ουσιαστικά και η μόνη σχεδόν οπτική διαφορά ανάμεσα σε δυο κατά τ’ άλλα όμοιους σε κοψιά και φυσιογνωμία αλλοεθνείς άντρες..

Μόλις άδειασε το πακέτο του απελπιστικά αργού θανάτου, ο Γερμανός σηκώθηκε κι άρχισε να ξεντύνεται μέχρι γύμνιας. Φίλησε το ντεπόζιτο της μηχανής του, πέταξε ένα ‘η ζωή είναι πολύ μικρή από μόνη της για να την μικραίνουμε κι άλλο. Στο επανειδείν, Ντίτερ’  και με έπιασε από τους δύο ώμους. Ακολούθησε μια γερή κουτουλιά στη μύτη μου. Ημιλιπόθυμος, τον είδα να σκαρφαλώνει και να πηδά, με μια ασύλληπτη για τη μπάκα του χάρη, μέσα στο μαύρο, σαν τη νύχτα που είχε πέσει, ρεύμα. Μου πήρε κάμποσο να συνέλθω από το χτύπημα κι από το σοκ.

Το αριστερό βαλιτσάκι της Triumph μου μίλησε. Προχωρημένος μεταστατικός καρκίνος, από τους όρχεις σε όλο το σώμα. Τίτλοι ιδιοκτησίας μηχανής και σπιτιού στο Άμστερνταμ, βιβλιάριο καταθέσεων επτά ψηφίων και κωδικοί ηλεκτρονικής τραπεζικής, δίπλωμα, ταυτότητα. Ντίτερ Χένες. Αυτός ήμουν πλέον. Πέταξα την ταυτότητα μου στο νερό, φόρεσα τη στολή του λυτρωτή μου κι αποχαιρέτισα στρατιωτικά από τη σέλα της νέας μου αγαπημένης. Έχεις δίκιο, φίλε. Παραείναι μικρή.


Πέμπτη 23 Μαΐου 2013

Mirror, Mirror on the Wall...


Hello everybody. This is a Snow White talk. We are all here to discuss the movie where Kristen Stewart as Snow White is supposedly the fairest of them all. I have no idea who is responsible for the cast of the movie, but when Charlize Theron is around there is little chance she'll have any competition on that matter.
However, this is not the actual reason we're here. My recent loss of approx. 50 pounds of weight thanks to a (not so hard) diet, brought back memories of the past. Also reminded me of the way I felt (and sometimes feel) when my face was smashed on the ground in an accident 3 years ago, ruining my exquisitely manly nose I was so proud of and leaving it in a state of  wreckage.Made me think about how the same person functions differently and is treated differently by others on basis of looks. So, we're here to discuss how our physical appearance affects us, the others, the greenhouse effect and the shrinking of the universe.

Yeah, I know I am exaggerating. That's a tendency of mine I cannot part of and to be honest I am not sure I'd like to. In this case at least, I''ll stick to my exaggeration, as I believe it serves my cause in pointing out the importance of looks in varied degrees in all human societies. Damn,  looks mean something even in animal life.

So, what's such big a deal about it? Lots of 'ugly' peeps have it fine, lots of model looking persons are unhappy. Excuse the term 'ugly', but we'' ll use it as a short for ''less physically attracting, according to the majority of their society's beliefs''.

 Sooo, am I wrong? No. Because, even then, looks can be the source of actual behaviors that lead to results. A wide array of results, but still , in my opinion,one of the key power that drives us somewhere at some point(s) in our life is this.

Global business is fed by the looks industry. Fashion, cosmetics, jewelry, pharmaceuticals, sports, weight loss,plastic surgery, car industry, the whole financial system is based on that. It is based on making us look good or making up in other ways (cars, style, fitness state, etc) for the fact that we're not.

Ancient Greeks praised Beauty. Athenians promoted the ideal of 'Καλός καγαθός' (kalos kagathos). It had the meaning of a combination of physical alongside intellectual, mental beauty. A person beautiful in every aspect. A reason for Greeks to sculpt their bodies in sports and keep a healthy mind inside a healthy body, something that Latins also embraced. Let alone mythology, where Dias/Zeus took thousands of animal forms to mate with beautiful women and wars were started for a Beautiful Helen (OK, I don't even buy  that, wars always have economical motives, but you have to admit that I really had to put it here, it matches our issue so nicely :P)

Ancient Greece or Rome, Egypt (remember Cleopatra and Nefertiti), Babylon (Semiramis), Judea (Salome), Middle Ages (Umberto Eco has many things to say in his book), Renaissance (Rembrandt too, through his paintings), modern times. Beauty is an asset not to be looked down at, whenever and wherever.
Probably it is the survival of the fittest thing, we wanna mate with the best in order to have the best possible offspring. That's why as a first impression , looks rules for 99,9% of the population. That's the first to notice on someone, unless of course we fall in love with that voice on the radio... Naturally, Neanderthals probably appreciated raw muscle in the looks (more food), while later on chubby appearances were considered as more attracting, due to the subconscious correlation of fat with abundance of food,wealth and social status.

It's no secret that we hear about beauty since childhood, since when we still understand shit, rocking happily in our cradles when our parents and the relatives spam us with compliments of how cute we look. Does it affect the degree of love we receive from our parents? No. From others? Maybe. Still, we keep hearing that since our day 1, either intended to us or to other individuals.

Beauty opens doors. It's a key to many halls. Beauty also closes doors, especially when stereotypes of 'beautiful but dumb' happen to be facts confirmed by the theory.

That has an unavoidable and tremendous impact on us. We wanna look nice, we compete in beauty with others and when we can't win, we use all the arrows in our quiver to make it happen. Alternatively, we seek other ways to improve ourselves through intellectual cultivation, rich amassing or social climbing, without in most cases giving up on the physical aspect part. Sylvio Berlusconi i.e. He is a tycoon alright. He owns the press, he governs  Italy, he is famous beyond any doubt. Well, that didn't stop him from hair implants neither kept him away from Marinella ties or Caraceni and Kiton suits. He is not thaaaat young anymore. Still, the man wants to be stylish, to look nice, feel nice, feel desirable. He has the opportunity to get any girl he wants in his bedroom, maybe he already did (remind me to ask my girl when I'm done with this). He knows it. His actions though intensify the common belief that the definition of 'il Cavaliere', even in fairy tales, engulfs the looks part.

People get rich (or die tryin') to make themselves more desirable to the opposite sex  or  to the same sex in a lately rising percentage. Monogamy or polygamy as an orientation will be coped with in a future article. People work their asses off to get inside other peoples' body or mind, to capture them briefly or eternally.  On the other hand,some people also slack and ignore their intellectual or financial growth on grounds that 'pretty is enough'. Imagine the effect on them when they grow old or deformed. It's ''hello plastic surgeon or hello Misery or hello both''.

This is kinda what makes the world go round according to Sigmund and my perspective is identical. This continuous struggle has a toll on us, no matter whether we make it or not. We wanna be liked, loved. It can get us sky high or totally destroyed, either as a result of the outcome or as a consequence of the Herculean effort.

In this ongoing, never-ending,  usually -but not always- bloodless war, we use all we've got. Don't dare tell me that our physical appearance is a water pistol in this war. It's a goddamn NUKE. In any war, we seek the competitive advantage through any means. If we can get our hands on the nukes, be sure as hell we'll do it. Ok, maybe some infantry, navy and air force are handy too (spirit, soul, riches), but a nuke is a nuke.

So, to bring this Great Chinese Wall of text to an end, I can't stop wondering what our  world and ourselves  would be in a parallel universe reality, one without beauty mirrors or with a selective neural vision system that left our appearance part imperceptible to our brain. I really don't have an answer to that. I know for a fact, that I need beautiful people, in mind and body,around me. Am I shallow? Maybe I am, but I do. Excuse me for the impertinent and extreme attempt to rephrase you, Mr. Voltaire, but I honestly think that ''If there was no such thing as beauty in people as well as everything else, we' d have to invent it''.

Τρίτη 2 Μαρτίου 2010

Can you answer my cell phone, darling??


Let us have a look on an hypothetical (yet, so common) average couple.

It is Tuesday night. They both sit comfortably on their fluffy couch in front of the telly waiting (the man usually) for the Champions League match to start. Don't ask me why the guy stayed home to watch that match with his beloved one instead of joining his friends, I don't know the answer. The girl decides to go to the bathroom to check on her manicure (not so interested in the pregame show, why would she be) 2 minutes before the kick off. Suddenly, her cell phone rings with that overly sweet romantic ring tone. ''-Honey, can you answer my cell phone, please,she yells. I am in the bathroom. Whoever it might be, tell 'im I''ll get back to him in 2 minutes.''
Unwillingly (kick off only seconds away), the guy walks up to that little piece of furniture where her phone lies, trying to keep both his eyes and his ears on the TV.
Hypnotized by the starting line-ups (why the hell is Sir Alex keeping Rooney benched!!) he comits the stupidest mistake. He answers her phone...her phone.
''-Yes, this is Jack. Ohh, hi Debby, she told me she ''ll get back to you in 2 minutes.Yea, yea, you too...listen, I am in the middle of something right now, ok? Good evening to you,too.''
In two minutes (the match has already started), his lady walks in, picks up her phone and goes to the other room to call Debby back. ''What a nice girl I've got'' he thinks,'' so caring, she didn't want to distract me from the match''.

Well, where is the problem in that case anyway?? The match has ended, his team won, his lady made him some nice sausages to enjoy with his ice cold Champions League sponsoring beer, he made some extra cash as his bet was right on and - being that happy- they even had a little sex before going to sleep.
The problem is not visible. It is like a little virus (physical or cybernetic, your choice)that has been planted in his body (or pc). So little, stealthy and camouflaged, in full readiness to complete its task. Don't be mistaken. No sign of malady, but it incubates in there waiting for the right opportunity. The opportunity will come eventually, our guy will be having a bath or just assembling his new IKEA shelves, when his cell phone will ring at 11 p.m. He will try to answer it, but in vain. The call has already been answered. ''-Yes, hi Frank, he is here, yea, sure, say hello to Jenn from me''. You see? She took liberty in answering HIS phone freely.
The guy is ready to yell at her, forbid her to answer it again (no, he doesn't want her to know (at least yet)about the lunch break with Frank, the Eminem concert tickets or (God forbid) the newly hired juicy blond secretary they have at work.
He opens his mouth and...closes it again. What can he tell her. We live in an era of equal man and woman rights. You answer my phone, I'll answer yours. It's only fair and square. Bye bye ''my''personal cell phone, welcome ''our'' personal cell phone.
Bye bye, dirty videos, spicy SMSs, secret arrangements, bye bye to '''late night meetings with the boss'' or ''unwanted business trips''. No more secrets. At least not via cell phone.

It is a fact. Trust in a relationship is a fundamental ingredient for its success.
However, trust is earned through time and thousands of little things in everyday personal interaction. The key word here is ''earned''. You cannot buy trust, you cannot hope for it, you simply can't ''discover'' trust. This is why, it is so important to earn the trust yourself and not through cellular eavesdropping, even if the acquired temporary trust somewhat resembles the slowly and steadily, permanent, hard gained and aging resistant,trust.

So, next time she asks you to check her e-mail, answer her cell phone, get some change for the pizza boy from her wallet or drop by her apartment uninvited....think twice. I know sometimes this maybe hard as man, but it is worth that little extra effort.

Τετάρτη 24 Φεβρουαρίου 2010

The Toothbrush Effect


Every now and then, some single youngster (or not) decides to move to his own house and enjoy single life, without parental presence around him. He builds a new nest, a love nest, ready to offer him the pleasures of freedom and the countless possibilities of anytime sex with any girl that is attracted to him.
One of those girls in our case looks and behaves somewhat better or different than all the previous ones. So, naturally, the guy wants to enjoy more time with her and invites her more often to his love nest, for some drinks, for dinner, for a dvd night, for a full sex night, all of the above. It makes sense that the girl will occasionally spend the night there. So far , so good.
Then, the Toothbrush arrives. A major trick in the smallest package. She decides to bring a toothbrush there and leave it in the guy's bathrooom, just in case the guy wanted her to spend one more night there. That's it. That is the end. Not the beginning of it, it is the actual end.
After that, the poor ignorant naive male that allows that to happen, loses all kind of personal freedom and ownership of his nice condo. He becomes chained without even knowing. Hell, he might as well give her the key. No big difference.The key is at least a more straight forward approach, something a man would ask from a woman. On the contrary, a woman's way of thinking, trained to perfection through million times of child play and teen or adult female discussion cannot allow her to step into the risky, full of traps ground of a direct approach. No way, why carry a gun to the airport (ask for a key to the house) when you can hijack the Airbus with a treacherous little undetectable weapon?
Of course, this isn't such a bad thing if you wanna let your plane get hi-jacked. Single life as a man is great, especially when money is not a big issue. Married life and kids on the other hand can provide numerous moments of joy and happiness.
The thing is that this is totally a man's call. When he is ready for that, he should know.
Don't let the Toothbrush take that decision for you.